- Φαέθοντ'
- Φαέθοντα , φαέθωshinemasc acc sgΦαέθοντι , φαέθωshinemasc dat sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
φαέθοντ' — φαέθοντα , φαέθω shine pres part act neut nom/voc/acc pl φαέθοντα , φαέθω shine pres part act masc acc sg φαέθοντι , φαέθω shine pres part act masc/neut dat sg φαέθοντι , φαέθω shine pres ind act 3rd pl (doric) φαέθοντε , φαέθω shine pres part… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φλεγοντίς — ίδος, ἡ, Α είδος πολύτιμου λίθου με λαμπερό χρώμα. [ΕΤΥΜΟΛ. < φλέγων, οντος (μτχ. τού ρ. φλέγω) + κατάλ. ίς, ίδος (πρβλ. θεραποντ ίς, φαεθοντ ίς)] … Dictionary of Greek